cladding

Αγγλικά (en)

Ουσιαστικό
cladding (en)
- επικάλυψη υλικού, κτιρίου κτλ.
- ειδικές αρθρωτές επιφάνειες (μονωτικές, πυρίμαχες, αισθητικές κτλ.) που στερεώνονται στο εξωτερικό των κτιρίων
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.