biolog
Δανικά
(da)
Ουσιαστικό
biolog
(da)
βιολόγος
Νορβηγικά
(no)
Ουσιαστικό
biolog
(no)
βιολόγος
Πολωνικά
(pl)
Προφορά
ⓘ
Ουσιαστικό
biolog
(pl)
βιολόγος
Ρουμανικά
(ro)
Ουσιαστικό
biolog
(ro)
αρσενικό
βιολόγος
Σλοβενικά
(sl)
Ουσιαστικό
biolog
(sl)
βιολόγος
Σουηδικά
(sv)
Ουσιαστικό
biolog
(sv)
βιολόγος
Τσεχικά
(cs)
Ουσιαστικό
biolog
(cs)
βιολόγος
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.