Phanariotes

Αγγλικά (en)

Ουσιαστικό

Phanariotes (en)

  • (ιστορικός όρος) οι Φαναριώτες [αριστοκρατική τάξη που αναδείχθηκε μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς, στη διοίκηση των οποίων είχαν υψηλές θέσεις λόγω των γνώσεων τους. Κατοικούσαν στη συνοικία του Φαναριού της Κωνσταντινούπολης (εξ ου και το όνομά τους).]

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.