COVID-19

Διεθνείς όροι

Ετυμολογία

COVID-19 < COVID + 19, από τη χρονολογία 2019 κατά την οποία εμφανίστηκε ο ιός[1]

Συντομομορφή

COVID-19 ακρωνύμιο

  • (επιδημιολογία, κορονοϊός, πάθηση) η ασθένεια που προκαλεί ο ιός SARS-CoV-2

Αναφορές

  1. BBC News, Coronavirus officially named Covid-19, says WHO, 11 Φεβρουαρίου 2020
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.