Alexanian
Διαγλωσσικοί όροι
Ετυμολογία
- Alexanian < (μεταγραφή) νέα ελληνική Αλεξανιάν (Alexanián)
Μεταγραφή
Alexanian
- το αρμενικής προέλευσης ελληνικό επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο) Αλεξανιάν στις γλώσσες που χρησιμοποιούν λατινική γραφή
Αγγλικά (en)
Ετυμολογία
- Alexanian < αρμενική Ալեքսանյան (Alekʿsanyan, Αλεξανιάν)
Κύριο όνομα
Alexanian αρσενικό ή θηλυκό
- επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο) αρμενικής προέλευσης, αντίστοιχο του αγγλικού Alexanders
Γαλλικά (fr)
Προφορά
- ΔΦΑ : /a.lɛk.sa.njɑ̃/
Γερμανικά (de)
Ισπανικά (es)
Ιταλικά (it)
Σουηδικά (sv)
Κύριο όνομα
Alexanian αρσενικό ή θηλυκό
- επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο) αρμενική ς προέλευσης, αντίστοιχο με τα σουηδικά επώνυμα Alexandersson και Alexanderson
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.