'δα
Νέα ελληνικά (el)
Ρηματικός τύπος
'δα
- άλλη μορφή του είδα (μετά από αφαίρεση)
- Μαύρο καπνό 'δα κι έβγαινε από 'να καλαμιώνα, / μα ο καλαμιώνας είν' βαθύς κι ένα θεριό 'χει μέσα. (Μαύρο καπνό - το θεριό)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.