ἐπαγγέλλομαι
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ρήμα
ἐπαγγέλλομαι
- διατάζω [[Κατηγορία:Σελίδες που χρειάζονται προσοχή (Πρότυπο:να δημιουργηθεί και το ενεργητικό, να ελεγχθούν οι ορισμοί)]]
- υπόσχομαι
- έχω ως επάγγελμα
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.