Ἀποτυρᾶς
Μεσαιωνικά ελληνικά
(gkm)
Ετυμολογία
Ἀποτυρᾶς
<
ἀποτυρᾶς
Κύριο όνομα
Ἀποτυρᾶς
βυζαντινό
επώνυμο που προήλθε από το
επάγγελμα
του αποτυρά, δηλαδή του παρασκευαστή ή εμπόρου
ἀπότυρου
Συγγενικά
ἀπότυρον
ἀποτυρᾶς
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.