Ἀλαζῶνες
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ετυμολογία
Κύριο όνομα
Ἀλαζῶνες και Ἀλαζόνες
- Σκυθικός λαός
- Ἀπὸ τοῦ Βορυσθενειτέων ἐμπορίου (τοῦτο γὰρ τῶν παραθαλασσίων μεσαίτατον ἐστὶ πάσης τῆς Σκυθίης), ἀπὸ τούτου πρῶτοι Καλλιππίδαι νέμονται ἐόντες Ἕλληνές Σκύθαι, ὕπερ δὲ τούτων ἄλλο ἔθνος οἳ Ἀλαζόνες καλέονται. (Ηρόδοτος, Ιστορίαι, Μελπομένη, 17)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.