ἀμβλήδην
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ετυμολογία
- ἀμβλήδην < → λείπει η ετυμολογία
Επίρρημα
ἀμβλήδην ποιητική μορφή του ἀναβλήδην
- (τροπικό επίρρημα) με αιφνίδιες εκρήξεις
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 22 (Χ. Ἕκτορος ἀναίρεσις.), στίχ. 476 (475-476)
- ἡ δ᾽ ἐπεὶ οὖν ἔμπνυτο καὶ ἐς φρένα θυμὸς ἀγέρθη, | ἀμβλήδην γοόωσα μετὰ Τρῳῇσιν ἔειπεν·
- Και άμα επήρε αναπνοήν | εξέσπασε στην κλάψαν, κι έλεγε με τες Τρώισσες
- Έμμετρη μετάφραση (1922): Ιάκωβος Πολυλάς, @greek‑language.gr
- ἡ δ᾽ ἐπεὶ οὖν ἔμπνυτο καὶ ἐς φρένα θυμὸς ἀγέρθη, | ἀμβλήδην γοόωσα μετὰ Τρῳῇσιν ἔειπεν·
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 22 (Χ. Ἕκτορος ἀναίρεσις.), στίχ. 476 (475-476)
Πηγές
- ἀμβλήδην - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἀμβλήδην - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.