ἀλληλοκτονέω

Αρχαία ελληνικά (grc)

Ετυμολογία

ἀλληλοκτονέω < λείπει η ετυμολογία

Ρήμα

ἀλληλοκτονέω - ἀλληλοκτονῶ (συνηρημένο)

  • σκοτώνω ο ένας τον άλλο
      2ος/3ος κε αιώνας Αθήναιος ο Ναυκρατίτης, Δειπνοσοφισταί, 9.49, @scaife.perseus.
    οὐκ ἀπελείποντο δὲ ἡμῶν τοῦ συμποσίου πολλάκις οὐδὲ ΚΥΚΝΟΙ, περὶ ὧν φησιν ὁ Ἀριστοτέλης (p. 285 R)· ‘ὁ κύκνος εὔτεκνός ἐστι καὶ μάχιμος· ἀλληλοκτονεῖ γοῦν ὁ μάχιμος. μάχεται δὲ καὶ τῷ ἀετῷ, αὐτὸς μάχης μὴ προαρξάμενος.

Παράγωγα

  • ἀλληλοκτονία
  • ἀλληλοκτόνος

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.