Փափուջյան
Ετυμολογία
- Փափուջյան < οθωμανική τουρκική پاپوش (papuç, παντόφλα), περσικής προέλευσης [στην τουρκική γλώσσα pabuç (παπούτσι, παντόφλα)] + -յան (-yan)
Προφορά
- ΔΦΑ : /pʰɑpʰud͡ʒˈjɑn/
- ΔΦΑ : /pʰɑpʰut͡ʃʰˈjɑn/ (δυτική αρμενική)
Κύριο όνομα
Փափուջյան (hy) (Pʿapʿuǰyan) αρσενικό ή θηλυκό
- Բաբուջյան (Babuǰyan)
- Գավաֆյան (Gavafyan)
- Կոշկակարյան (Koškakaryan)
Απόγονοι
Փափուջյան (αρμενικά)
- ↷ αγγλικά: Papuchyan, Papujyan
- ↷ βουλγαρικά: Пабучян (Pabučján), Пабучиян (Pabučiján)
- ↷ νέα ελληνικά: Παπουτσιάν
- ↷ ρωσικά: Папуджян (Papudžján)
- ↷ τουρκικά: Pabuçyan
- ⇒ αγγλικά: Pabucyan
Πηγές
- (σ. 346α) Փափուջյան - Տիգրան Ավետիսյան (Τιγκράν Αβετισιάν) (²2010), Հայոց ազգանունների բառարան [Λεξικό αρμενικών επωνύμων] (στα αρμενικά), επιμέλεια: Վ.Մ. Գրիգորյան (Β.Μ. Γκριγκοριάν) & Լ.Ռ. Ուռուտյան (Λ.Ρ. Ουρουτιάν). Γιερεβάν, ISBN 978-9939-53-724-5.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.