водород
Βουλγαρικά
(bg)
Ουσιαστικό
водород
(bg)
αρσενικό
(
χημεία
)
το
υδρογόνο
Ρωσικά
(ru)
Προφορά
ⓘ
Ουσιαστικό
водород
(ru)
αρσενικό
(
χημεία
)
το
υδρογόνο
Σλαβομακεδονικά
(mk)
Ουσιαστικό
водород
(mk)
αρσενικό
(
χημεία
)
το
υδρογόνο
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.