ИИ
Βουλγαρικά (bg)
Ετυμολογία
- ИИ < изкуствен Интелект
Συντομομορφή
ИИ (bg) (μεταγραφή: II) αρκτικόλεξο
- (πληροφορική) αρκτικόλεξο του изкуствен интелект· ΤΝ (τεχνητή νοημοσύνη)
Ρωσικά (ru)
Ετυμολογία
- ИИ < Искусственный (iskússtvennyj) Интеллект (intellékt)
Συντομομορφή
ИИ (ru) (μεταγραφή: II) αρκτικόλεξο
- (πληροφορική) αρκτικόλεξο του искусственный интеллект (iskússtvennyj intellékt)· ΤΝ (τεχνητή νοημοσύνη)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.