χροιή
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ουσιαστικό
χροιή θηλυκό
- ιωνικός τύπος του χροιά
- ※ 7ος/6ος πκε αιώνας Μίμνερμος, ἀλλ' ὀλιγοχρόνιον γίνεται (D5, 5. 4-8W), στίχος 1
- αὐτίκα μοι κατὰ μὲν χροιὴν ῥέει ἄσπετος ἱδρώς,
- Κρύος ιδρώτας πάραυτα το σώμα μου όλο πιάνει,
- Μετάφραση: Σ. Μενάνδρος, @greek-language.gr
- Σ᾽ όλο μου αμέσως το κορμί ποτάμι τρέχει ο ιδρώτας
- Μετάφραση: Ηλίας Βουτιερίδης, @greek-language.gr
- Κρύος ιδρώτας πάραυτα το σώμα μου όλο πιάνει,
- αὐτίκα μοι κατὰ μὲν χροιὴν ῥέει ἄσπετος ἱδρώς,
- ※ 7ος/6ος πκε αιώνας Μίμνερμος, ἀλλ' ὀλιγοχρόνιον γίνεται (D5, 5. 4-8W), στίχος 1
Πηγές
- χροιή - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.