χιλιόναυς

Αρχαία ελληνικά (grc)

Ετυμολογία

χιλιόναυς < χίλιοι και ναῦς

Επίθετο

χιλιόναυς αρσενικό και θηλυκό

καί μήν βασιλεὺς ὅδε δή στείχει, Μενέλαος ἄναξ, πολλῇ ἁβροσύνῃ δῆλος ὁρᾶσθαι τῶν Τανταλιδῶν ἐξ αἵματος ὤν, ὦ χιλιόναυν στρατὸν ὁρμήσας ἐς γῆν Ἀσίαν (Ευριπίδης)
χιλιόναυς Ἑλλάδος ὀξὺς Ἄρης
ὅτι ἣν Ἀγαμέμνων πόλιν δεκάτῳ ἔτει μόλις εἷλε τὸν χιλιόναυν στόλον ἔχων (Στράβων)

Συνώνυμα

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.