χαμαίδρυον

Αρχαία ελληνικά (grc)

ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική τὸ χαμαίδρυον τὰ χαμαίδρυ
      γενική τοῦ χαμαιδρύου τῶν χαμαιδρύων
      δοτική τῷ χαμαιδρύ τοῖς χαμαιδρύοις
    αιτιατική τὸ χαμαίδρυον τὰ χαμαίδρυ
     κλητική ! χαμαίδρυον χαμαίδρυ
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  χαμαιδρύω
γεν-δοτ τοῖν  χαμαιδρύοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'πρόσωπον' όπως «πρόσωπον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

χαμαίδρυον <  δείτε τη λέξη χαμαίδρυς

Ουσιαστικό

χαμαίδρυον ουδέτερο (ελληνιστική κοινή)

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.