φυλλοκάρδια

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

φυλλοκάρδια < πληθ. της λέξης φυλλοκάρδι

Ουσιαστικό

φυλλοκάρδια ουδέτερο στον πληθυντικό

  • τα φύλλα της καρδιάς (παρομοίωση των παλμών και των βαλβίδων της καρδιάς πιθανόν ή με τα φύλλα στις πόρτες και τα παράθυρα που ανοιγοκλείνουν ή με το θρόισμα των φύλλων που μοιάζει μερικές φορές με φτερούγισμα)
  • Κάθε μοσκοβολιά και κάθε χρώμα, κάθε πουλιού κελάηδημα ξυπνάει πόθο στα φυλλοκάρδια μου κι ελπίδα (Λορέντζος Μαβίλης, "Πατρίδα")

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.