φλοίωμα
έτσι ώστε να υπάρχει ομοιομορφία με τις υπόλοιπες σελίδες. Παρακαλούμε βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι η μορφή της σελίδας ταιριάζει με τα στάνταρντ του Βικιλεξικού. |
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | το | φλοίωμα | τα | φλοιώματα |
| γενική | του | φλοιώματος | των | φλοιωμάτων |
| αιτιατική | το | φλοίωμα | τα | φλοιώματα |
| κλητική | φλοίωμα | φλοιώματα | ||
| Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ουσιαστικό
φλοίωμα ουδέτερο
- (βοτανική) είναι επιφορτισμένο με την μεταφορά των προϊόντων της φωτοσύνθεσης από τα φύλλα προς το βλαστό και την ρίζα.
αντιπαραβολικά
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.