φιλοαμερικανικός

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο φιλοαμερικανικός η φιλοαμερικανική το φιλοαμερικανικό
      γενική του φιλοαμερικανικού της φιλοαμερικανικής του φιλοαμερικανικού
    αιτιατική τον φιλοαμερικανικό τη φιλοαμερικανική το φιλοαμερικανικό
     κλητική φιλοαμερικανικέ φιλοαμερικανική φιλοαμερικανικό
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι φιλοαμερικανικοί οι φιλοαμερικανικές τα φιλοαμερικανικά
      γενική των φιλοαμερικανικών των φιλοαμερικανικών των φιλοαμερικανικών
    αιτιατική τους φιλοαμερικανικούς τις φιλοαμερικανικές τα φιλοαμερικανικά
     κλητική φιλοαμερικανικοί φιλοαμερικανικές φιλοαμερικανικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

φιλοαμερικανικός < φιλο- + αμερικανικός[1]

Προφορά

ΔΦΑ : /fi.lo.a.me.ɾi.ka.niˈkos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: φιλοαμερικανικός

Επίθετο

φιλοαμερικανικός, -ή, -ό

Αντώνυμα

Μεταφράσεις

Αναφορές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.