υπολογισιμότητα

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η υπολογισιμότητα οι υπολογισιμότητες
      γενική της υπολογισιμότητας των υπολογισιμοτήτων
    αιτιατική την υπολογισιμότητα τις υπολογισιμότητες
     κλητική υπολογισιμότητα υπολογισιμότητες
Κατηγορία όπως «σάλπιγγα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

υπολογισιμότητα < υπολογίσιμος + -ότητα

Ουσιαστικό

υπολογισιμότητα θηλυκό

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.