υπαρκτικός ποσοδείκτης

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

υπαρκτικός ποσοδείκτης  δείτε τις λέξεις υπαρκτικός και ποσοδείκτης

Πολυλεκτικός όρος

υπαρκτικός ποσοδείκτης

  • (λογική, θεωρία συνόλων) ποσοδείκτης που συμβολίζεται με ανάποδο Ε () και σημαίνει ή εκφωνείται «υπάρχει τουλάχιστον ένα ....»[1]

Αντώνυμα

Σημειώσεις

κωδικοί:

  • ∃ U+2203 (∃ THERE EXISTS)
  • ∃ HTML
  • ∃

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. «Λογική θεωρία και πράξη Γ' Λυκείου», σελ. 117. πρόσβαση:26/09/2019
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.