το παραξηλώνω
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- το παραξηλώνω < → λείπει η ετυμολογία
Έκφραση
το παραξηλώνω
- υπερβαίνω τα όρια, το παρακάνω
- κάτσε φρόνιμα γιατί το 'χεις παραξηλώσει και θα φας ξύλο
Μεταφράσεις
το παραξηλώνω
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.