του γλυκού νερού

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

του γλυκού νερού < λείπει η ετυμολογία

Έκφραση

του γλυκού νερού

  1. (για ζωικό ή φυτικό οργανισμό) που ζει σε γλυκά νερά, που είναι υδρόβιος αλλά όχι θαλάσσιος
  2. (μειωτικό) (για πρόσωπο) που δεν έχει περάσει από τις κακουχίες ή τις δυσκολίες του επαγγέλματός του ή που φαίνεται να μην τις αντέχει

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.