την έκανα ταράτσα
Νέα ελληνικά (el)
Προφορά
- ΔΦΑ : /tin‿ˈekana taˈɾat͡sa/
Έκφραση
την έκανα ταράτσα (στον αόριστο)
- παράφαγα → δείτε την έκφραση στον ενεστώτα την κάνω ταράτσα
- άλλες μορφές: την ταράτσωσα
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.