σφυρίς
| Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των κλίσεων που χρειάζονται έλεγχο. Παρατηρήσεις: Έλεγχος ιωνικών τύπων. |
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ἡ | σφυρίς | αἱ | σφυρίδες |
| γενική | τῆς | σφυρίδος | τῶν | σφυρίδων |
| δοτική | τῇ | σφυρίδῐ | ταῖς | σφυρίσῐ(ν) |
| αιτιατική | τὴν | σφυρίδᾰ | τὰς | σφυρίδᾰς |
| κλητική ὦ! | σφυρίς* | σφυρίδες | ||
| δυϊκός | ||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | σφυρίδε | ||
| γεν-δοτ | τοῖν | σφυρίδοιν | ||
| Με βραχύ γιώτα στο θέμα -ίς -ίδος. * Κατά τη Γραμματική του Smyth, η κλητική ενικού χωρίς το -ς | ||||
| 3η κλίση, Κατηγορία 'πατρίς' όπως «πατρίς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.