σπανακοπιτάκι
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | το | σπανακοπιτάκι | τα | σπανακοπιτάκια |
| γενική | του | σπανακοπιτακιού | των | σπανακοπιτακιών |
| αιτιατική | το | σπανακοπιτάκι | τα | σπανακοπιτάκια |
| κλητική | σπανακοπιτάκι | σπανακοπιτάκια | ||
| Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
| Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||

ένα ταψί με σπανακοπιτάκια
Ετυμολογία
- σπανακοπιτάκι < σπανακόπιτα + υποκοριστικό επίθημα -άκι
Ουσιαστικό
σπανακοπιτάκι ουδέτερο, πληθυντικός σπανακοπιτάκια
- (γαστρονομία) μικρή σπανακόπιτα, ή τμήμα σπανακόπιτας.
Μεταφράσεις
σπανακοπιτάκι
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.