πορθμήϊον

Αρχαία ελληνικά (grc)

λείπει η κλίση

Ετυμολογία

πορθμήϊον < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

πορθμήϊον ουδέτερο

  • ιωνικός τύπος του πορθμεῖον
    5ος πκε αιώνας   Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 4 (Μελπομένη), 12.1
    καὶ νῦν ἔστι μὲν ἐν τῇ Σκυθικῇ Κιμμέρια τείχεα, ἔστι δὲ πορθμήια Κιμμέρια, ἔστι δὲ καὶ χώρη οὔνομα Κιμμερίη, ἔστι δὲ Βόσπορος Κιμμέριος καλεόμενος.
    Και σήμερα υπάρχουν στη Σκυθία τείχη Κιμμερικά, υπάρχει πορθμός Κιμμερικός, υπάρχει και περιοχή που λέγεται Κιμμερία· υπάρχει κι ο Βόσπορος που ονομάζεται Κιμμερικός.
    Μετάφραση (1992): Ηλίας Σπυρόπουλος. Αθήνα:Γκοβόστης @greeklanguage.gr
    5ος πκε αιώνας   Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 7 (Πολύμνια), 25.2
    ἀναπυθόμενος δὲ τοὺς χώρους καταβάλλειν ἐκέλευε ἵνα ἐπιτηδεότατον εἴη, ἄλλον ἄλλῃ ἀγινέοντας ὁλκάσι τε καὶ πορθμηίοισι ἐκ τῆς Ἀσίης πανταχόθεν.
    Κι αφού συγκέντρωσε πληροφορίες για τους κατάλληλους χώρους, διέταξε να τ᾽ αποθηκεύουν σ᾽ αυτούς, κι άλλοι να τα μεταφέρουν από κάθε μέρος της Ασίας με φορτηγά πλοία και περάματα σε διαφορετικό χώρο ο καθένας.
    Μετάφραση (1993): Ηλίας Σπυρόπουλος. Αθήνα:Γκοβόστης @greeklanguage.gr

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.