πολυκρυσταλλικός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | πολυκρυσταλλικός | η | πολυκρυσταλλική | το | πολυκρυσταλλικό |
| γενική | του | πολυκρυσταλλικού | της | πολυκρυσταλλικής | του | πολυκρυσταλλικού |
| αιτιατική | τον | πολυκρυσταλλικό | την | πολυκρυσταλλική | το | πολυκρυσταλλικό |
| κλητική | πολυκρυσταλλικέ | πολυκρυσταλλική | πολυκρυσταλλικό | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | πολυκρυσταλλικοί | οι | πολυκρυσταλλικές | τα | πολυκρυσταλλικά |
| γενική | των | πολυκρυσταλλικών | των | πολυκρυσταλλικών | των | πολυκρυσταλλικών |
| αιτιατική | τους | πολυκρυσταλλικούς | τις | πολυκρυσταλλικές | τα | πολυκρυσταλλικά |
| κλητική | πολυκρυσταλλικοί | πολυκρυσταλλικές | πολυκρυσταλλικά | |||
| Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- πολυκρυσταλλικός < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
πολυκρυσταλλικός, -ή, -ό
- αυτός του οποίου τα δομικά στοιχεία δεν έχουν θέσεις ενός συγκεκριμένου κρυσταλλικού πλέγματος
- Τα συνήθη υλικά είναι πολυκρυσταλλικά.
Μεταφράσεις
πολυκρυσταλλικός
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.