ποδοσφαίρισις

Νέα ελληνικά (el)

Ουσιαστικό

ποδοσφαίρισις θηλυκό

  • (καθαρεύουσα) η ποδοσφαίριση  δείτε τη λέξη ποδόσφαιρο
      Οι εξελίξεις στην Ελλάδα δεν ήταν πολύ διαφορετικές από την υπόλοιπη Ευρώπη. Η «ποδοσφαίρισις», όπως μεταφράστηκε αρχικά το αγγλικό football, είναι γνωστή πριν από τα τέλη του 19ου αιώνα.
    Χριστίνα Κουλούρη, «Η ελληνική “ποδοσφαίρισις” και η “προϊστορία” της», * Το Βήμα (24 Νοεμβρίου 2008)· πρόσβαση: 2021-10-24.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.