παράωρα
Νέα ελληνικά
(el)
Ετυμολογία
παράωρα
<
παράωρος
+
-α
Επίρρημα
παράωρα
σε
παράωρο
χρόνο
Συνώνυμα
άκαιρα
παράκαιρα
Μεταφράσεις
παράωρα
→
δείτε
τις
λέξεις
άκαιρα
και
παράκαιρα
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.