πάω κατά διαόλου
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- πάω κατά διαόλου < → λείπει η ετυμολογία
Έκφραση
πάω κατά διαόλου
- αποτυγχάνω, εξελίσσομαι αρνητικά, πάω από το κακό στο χειρότερο
- έχασε τη δουλειά του και τα οικονομικά του πάνε κατά διαόλου
Μεταφράσεις
πάω κατά διαόλου
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.