πάσσαλος πασσάλῳ ἐκκρούεται
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ετυμολογία
- πάσσαλος πασσάλῳ ἐκκρούεται (ελληνιστική κοινή) < → δείτε τις λέξεις πάσσαλος, πασσάλῳ, ἐκκρούω και ἐκκρούεται
Έκφραση
πάσσαλος πασσάλῳ ἐκκρούεται (ελληνιστική κοινή)
- (μεταφορικά) το κακό καταπολεμιέται με το κακό
- ※ 12ος αιώνας - ⌘ Ευστάθιος Θεσσαλονίκης Παρεκβολαί εὶς τὴν Ὁμήρου Ιλιάδα, (Commentarii ad Homeri Iliadem i), @catholiclibrary.org/
- καὶ «ἥλῳ γὰρ ἧλος» κατὰ παροιμίαν τὴν ἐν Πολιτείαις παρὰ τῷ Ἀριστοτέλει κειμένην, ἣν οἱ μὴ εἰδότες ἄλλως γράφουσιν. ὡς γὰρ πάσσαλος πασσάλῳ ἐκκρούεται, οὕτω καὶ αὐτοί «ἧλος ἥλῳ» φασίν.
- ※ 12ος αιώνας - ⌘ Ευστάθιος Θεσσαλονίκης Παρεκβολαί εὶς τὴν Ὁμήρου Ιλιάδα, (Commentarii ad Homeri Iliadem i), @catholiclibrary.org/
Πηγές
- πάσσαλος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.