οθονότυπο
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | το | οθονότυπο | τα | οθονότυπα |
| γενική | του | οθονότυπου | των | οθονότυπων |
| αιτιατική | το | οθονότυπο | τα | οθονότυπα |
| κλητική | οθονότυπο | οθονότυπα | ||
| Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- οθονότυπο < η λέξη είναι πρόταση της Ελληνικής Εταιρείας Ορολογίας (ΕΛΕΤΟ) για την μετάφραση του όρου "screen form", αλλά δεν βρίσκεται σε κοινή χρήση
Μεταφράσεις
οθονότυπο
Αναφορές
- ΟΡΟΓΡΑΜΜΑ, Αρ.42 Μάιος-Ιούνιος 2000, σελ. 4. Προσπέλαση 2019-12-24
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.