μηδέποτε
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- μηδέποτε < → λείπει η ετυμολογία
Επίρρημα
μηδέποτε
Μεταφράσεις
μηδέποτε
|
|
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ετυμολογία
- μηδέποτε < → λείπει η ετυμολογία
Επίρρημα
μηδέποτε
- ποτέ
- ※ Φησὶ δ' Ἡρακλείδης ὅτι νέος ὢν οὕτως ἦν αἰδήμων καὶ κόσμιος ὥστε μηδέποτε ὀφθῆναι γελῶν ὑπεράγαν
- Λένε (λέγεται) δε, ότι ο Ηρακλείδης νέος (στα νιάτα του), ήταν ντροπαλός και κόσμιος, τόσο που ποτέ δεν τον είχαν δει να γελά υπερβολικά
- (Διογένης Λαέρτιος, Βίοι φιλοσόφων, Γ, 26, 3ος αιώνας)
- ※ Φησὶ δ' Ἡρακλείδης ὅτι νέος ὢν οὕτως ἦν αἰδήμων καὶ κόσμιος ὥστε μηδέποτε ὀφθῆναι γελῶν ὑπεράγαν
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.