μεροκαματιάρη

Ελληνικά (el)

Κλιτή μορφή ουσιαστικού

μεροκαματιάρη

  1. μεροκαματιάρης, στη γενική του ενικού
  2. μεροκαματιάρης, στην αιτιατική του ενικού
  3. μεροκαματιάρης, στην κλητική του ενικού
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.