μειγνύομαι
Νέα ελληνικά
(el)
Ρηματικός τύπος
μειγνύομαι
παθητική φωνή
του ρήματος
μειγνύω
:
αναμειγνύομαι
μιγνύομαι
Κλίση
→
λείπει η κλίση
Μεταφράσεις
μειγνύομαι
→
δείτε
τη
λέξη
αναμειγνύομαι
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.