λιπαρής

Νέα ελληνικά (el)

Κλιτικός τύπος επιθέτου

λιπαρής

Αρχαία ελληνικά (grc)

Επίθετο

λιπαρής, ής, λιπαρές, τριγενές και δικατάληκτο

  • ο επίμονος

Συγγενικά

ἐκλιπαρέω-ἐκλιπαρῶ (και εκλιπαρώ στη νεοελληνική)

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.