κομφετί
Νέα ελληνικά
(el)
κομφετί
Ετυμολογία
κομφετί
<
γαλλική
confetti
Ουσιαστικό
κομφετί
ουδέτερο
άκλιτο
χαρτοπόλεμος
, μικρά κομμάτια χαρτιού, συνήθως χρωματιστά
κονφετί
Μεταφράσεις
κομφετί
γαλλικά
:
confetti
(fr)
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.