καρπός Δήμητρος

Αρχαία ελληνικά (grc)

Ετυμολογία

καρπὸς Δήμητρος <  δείτε τις λέξεις καρπός, Δημήτηρ και Δήμητρος

Έκφραση

καρπὸς Δήμητρος

  • το σιτάρι
    5ος πκε αιώνας   Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 1 (Κλειώ), 193.3
    τὸν δὲ τῆς Δήμητρος καρπὸν ὧδε ἀγαθὴ ἐκφέρειν ἐστὶ ὥστε ἐπὶ διηκόσια μὲν τὸ παράπαν ἀποδιδοῖ, ἐπεὰν δὲ ἄριστα αὐτὴ ἑωυτῆς ἐνείκῃ, ἐπὶ τριηκόσια ἐκφέρει.
    Όμως για την παραγωγή δημητριακών καρπών τόσο κατάλληλη είναι η γη, ώστε συνήθως το ένα στάχυ δίνει διακόσιους σπόρους, κι όταν το φέρει η χρονιά και ξεπεράσει η γης τον εαυτό της, φτάνει και στους τρακόσιους.
    Μετάφραση (1964): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης Αθήνα:Γκοβόστης @greeklanguage.gr

  • καρπὸς ἀρούρης

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.