ιοστεφή

Νέα ελληνικά (el)

Κλιτικός τύπος επιθέτου

ιοστεφή

  1. αιτιατική ενικού του ιοστεφής
  2. κλητική ενικού του ιοστεφής
  3. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του ιοστεφές
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.