ιατροσυμβούλιο

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ιατροσυμβούλιο τα ιατροσυμβούλια
      γενική του ιατροσυμβούλιου
& ιατροσυμβουλίου
των ιατροσυμβούλιων
& ιατροσυμβουλίων
    αιτιατική το ιατροσυμβούλιο τα ιατροσυμβούλια
     κλητική ιατροσυμβούλιο ιατροσυμβούλια
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

ιατροσυμβούλιο < ιατρός + -ο- + συμβούλιο

Ουσιαστικό

ιατροσυμβούλιο ουδέτερο

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.