ιαματικών
Νέα ελληνικά (el)
Κλιτικός τύπος επιθέτου
ιαματικών
- γενική πληθυντικού του ιαματικός
- γενική πληθυντικού του ιαματική
- γενική πληθυντικού του ιαματικό
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.