θησαυρίζομαι
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- θησαυρίζομαι < → λείπει η ετυμολογία
Ρήμα
θησαυρίζομαι
- συμπεριλαμβάνομαι σε λεξικό ή άλλη ταξινομημένη συλλογή λέξεων και όρων
- η λέξη "τιμονιέρα", αν και χρησιμοποιείται συχνά για τον χώρο ελέγχου του πλοίου, δεν έχει θησαυριστεί ούτε σε παλαιότερα Λεξικά ως έχει... (ΔΕΛΤΙΟ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΝΕΟΛΟΓΙΣΜΩΝ, Ακαδημία Αθηνών, τεύχος 11)
Μεταφράσεις
θησαυρίζομαι
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.