θεωρία συνωμοσίας
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
Πολυλεκτικός όρος
θεωρία συνωμοσίας
- αβάσιμη, αναπόδεικτη και μη μεθοδικά καταγεγραμμένη εικοτολογία, η οποία είναι παρουσιασμένη ως σημαντική (ζωτική πληροφορία)
- Οι περισσότερες θεωρίες συνωμοσίας είναι πολιτικά κινούμενες.
Μεταφράσεις
θεωρία συνωμοσίας
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.