θίς
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | |||
|---|---|---|---|---|---|
| θῑν- | |||||
| ονομαστική | ἡ | θίς | αἱ | θῖνες | |
| γενική | τῆς | θινός | τῶν | θινῶν | |
| δοτική | τῇ | θινῐ́ | ταῖς | θισῐ́(ν) | |
| αιτιατική | τὴν | θῖνᾰ | τὰς | θῖνᾰς | |
| κλητική ὦ! | θίς | θῖνες | |||
| δυϊκός | |||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | θῖνε | |||
| γεν-δοτ | τοῖν | θινοῖν | |||
| Το δίχρονο φωνήεν της παραλήγουσας είναι μακρό. | |||||
| 3η κλίση, Κατηγορία 'ῥίς' όπως «ῥίς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | |||||
Ετυμολογία
- θίς < (ίσως) προελληνική [1]
Ουσιαστικό
θίς αρσενικό ή θηλυκό
- παρά θίν' αλός - παρὰ θῖν’ ἁλός
Πηγές
- θίς - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- θίς - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- Beekes, Robert S. P. (2010) Etymological Dictionary of Greek. [Ετυμολογικό λεξικό της ελληνικής γλώσσας] (στα αγγλικά) με την αρωγή του Lucien van Beek. Leiden: Brill. Τόμοι 1‑2.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.