δεκατετραήμερο
Νέα ελληνικά (el)
→ λείπει η κλίση
Ετυμολογία
- δεκατετραήμερο < δεκατέσσερα + -ήμερο
Ουσιαστικό
δεκατετραήμερο ουδέτερο
- δεκατέσσερις ημέρες, δυο εβδομάδες
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.