γραμμική άλγεβρα

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

γραμμική άλγεβρα <  δείτε τις λέξεις γραμμικός και άλγεβρα,  Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Πολυλεκτικός όρος

γραμμική άλγεβρα θηλυκό

  • (μαθηματικά, άλγεβρα) τομέας των μαθηματικών και της άλγεβρας που ασχολείται με τη μελέτη διανυσμάτων, διανυσματικών χώρων, γραμμικών απεικονίσεων και συστημάτων γραμμικών εξισώσεων

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.