γραμματοκιβώτιο

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το γραμματοκιβώτιο τα γραμματοκιβώτια
      γενική του γραμματοκιβωτίου
& γραμματοκιβώτιου
των γραμματοκιβωτίων
    αιτιατική το γραμματοκιβώτιο τα γραμματοκιβώτια
     κλητική γραμματοκιβώτιο γραμματοκιβώτια
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Γραμματοκιβώτιο σε κήπο μονοκατοικίας.
Γραμματοκιβώτιο ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.

Ετυμολογία

γραμματοκιβώτιο < γράμμα (επιστολή) + κιβώτιο

Ουσιαστικό

γραμματοκιβώτιο ουδέτερο

  1. μικρό κιβώτιο με σχισμή, τοποθετημένο έξω από το σπίτι ή στην είσοδο της πολυκατοικίας, μέσα στο οποίο παραδίδει ο ταχυδρόμος την αλληλογραφία μας
  2. (πληροφορική) ο φάκελος εισερχομένων του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.