γεωργοκτηνοτροφικός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | γεωργοκτηνοτροφικός | η | γεωργοκτηνοτροφική | το | γεωργοκτηνοτροφικό |
| γενική | του | γεωργοκτηνοτροφικού | της | γεωργοκτηνοτροφικής | του | γεωργοκτηνοτροφικού |
| αιτιατική | τον | γεωργοκτηνοτροφικό | τη | γεωργοκτηνοτροφική | το | γεωργοκτηνοτροφικό |
| κλητική | γεωργοκτηνοτροφικέ | γεωργοκτηνοτροφική | γεωργοκτηνοτροφικό | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | γεωργοκτηνοτροφικοί | οι | γεωργοκτηνοτροφικές | τα | γεωργοκτηνοτροφικά |
| γενική | των | γεωργοκτηνοτροφικών | των | γεωργοκτηνοτροφικών | των | γεωργοκτηνοτροφικών |
| αιτιατική | τους | γεωργοκτηνοτροφικούς | τις | γεωργοκτηνοτροφικές | τα | γεωργοκτηνοτροφικά |
| κλητική | γεωργοκτηνοτροφικοί | γεωργοκτηνοτροφικές | γεωργοκτηνοτροφικά | |||
| Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- γεωργοκτηνοτροφικός < γεωργοκτηνοτροφία
Μεταφράσεις
γεωργοκτηνοτροφικός
|
|
- γεωργοκτηνοτροφικός - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.